Ο Σπόρος της Ιερής Συκιάς

★★★★☆ (The Seed of the Sacred Fig, Ιράν, Γερμανία, Γαλλία, 2024, 168’)

  • Σκηνοθεσία: Μοχάμαντ Ρασούλοφ

  • Ηθοποιοί: Σοχέιλα Γκολεστάνι, Μισάγκ Ζαρέχ, Μάχσα Ροστάμι, Σεταρέχ Μαλέκι

Ο κορυφαίος Ιρανός σκηνοθέτης Μοχάμαντ Ρασούλοφ, πλέον αυτοεξόριστος στην Ευρώπη, επιστρέφει με μια συγκλονιστική ταινία-καθρέφτη της σύγχρονης πραγματικότητας του Ιράν. Με τη συνήθη του τόλμη, ο Ρασούλοφ καταγράφει την αποσύνθεση μιας οικογένειας, που φέρει τις ίδιες ρωγμές με την κοινωνία που την περιβάλλει.

Ο Ιμάν, έντιμος δικηγόρος και αφοσιωμένος στην οικογένειά του, ζει με τη σύζυγό του, Ναϊμέ, και τις έφηβες κόρες του, Ραζβάν και Σάνα. Όταν διορίζεται ανακριτής της εισαγγελίας, ο νέος του ρόλος φέρνει περισσότερα προνόμια: υψηλότερο μισθό και ένα ευρύχωρο διαμέρισμα. Σύντομα, όμως, οι απαιτήσεις της θέσης αποκαλύπτονται. Ο Ιμάν καλείται να υπογράφει, χωρίς ερωτήσεις, θανατικές καταδίκες αντιφρονούντων. Καθώς οι διαδηλώσεις κατά της αυταρχικής κυβέρνησης κλιμακώνονται, η ένταση εισχωρεί στο ίδιο του το σπίτι. Όταν το όπλο που του παραχώρησε η κυβέρνηση εξαφανίζεται, οι υποψίες του στρέφονται προς τα μέλη της οικογένειάς του.

Με χειρουργική ακρίβεια, ο Ρασούλοφ αποδομεί την εικόνα μιας φαινομενικά αγαπημένης και λειτουργικής οικογένειας. Σε ένα τρίωρο γεμάτο ανατροπές και συναισθηματικές συγκρούσεις, φανερώνει πως οι δεσμοί που τους ενώνουν είναι στην πραγματικότητα μια ψευδαίσθηση. Η εξουσία που ασκεί ο Ιμάν μέσα στο σπίτι αντανακλά τη βία του καθεστώτος, με τον ίδιο να γίνεται προέκταση της καταπίεσης. Η Ναϊμέ, αρχικά υποταγμένη και πιστή στους νόμους του κράτους, αρχίζει να επαναστατεί. Βρίσκει το θάρρος να αμφισβητήσει τον άντρα της και τον ρόλο που της έχει επιβληθεί. Αντίστοιχα, οι κόρες της, περιορισμένες στο σπίτι, βρίσκουν διέξοδο και ενημέρωση μέσω των κοινωνικών δικτύων. Ο Ρασούλοφ ξεδιπλώνει την εξέγερση που συντελείται (εξαιτίας της δολοφονίας της Μάχσα Αμίνι) μέσα από τις οθόνες των κινητών. Από το messenger και τα stories οι δυο κοπέλες μπορούν να αντιληφθούν την βία, τον μισογυνισμό και να συσπειρωθούν ενάντια σε αυτά.

Ο Ρασούλοφ θέτει τα θεμέλια στο πρώτο μέρος της ταινίας για όσα θα ακολουθήσουν στο δεύτερο. Η ατμόσφαιρα «χτίζεται» με εξαιρετική δεξιοτεχνία, ενώ το σπίτι της οικογένειας λειτουργεί ως μικρογραφία της ιρανικής κοινωνίας. Στο δεύτερο μέρος, οι κοινωνικές εξεγέρσεις που μαίνονται έξω από τους τοίχους του σπιτιού διαπερνούν το οικογενειακό περιβάλλον και το συνταράζουν. Η οικογένεια, πλέον σε κρίση, απομακρύνεται από την πόλη και καταφεύγει στην ύπαιθρο, όπου οι εντάσεις κορυφώνονται. .Στην αναζήτηση του χαμένου του όπλου, ο θυμός του Ιμάν κλιμακώνονται, και η οργή του στρέφεται ανοιχτά κατά της ίδιας του της οικογένειας. Γι’ αυτόν, οι γυναίκες που στέκονται απέναντί του δεν είναι πια μέλη της οικογένειάς του, αλλά "κατώτερα" πλάσματα που οφείλουν να υποταχθούν. Ίσως ανά στιγμές ο Ρσούλοφ στο δεύτερο μέρος υπερβάλει και ο διαφορετικό ρυθμός που αποκτά η ταινία έρχεται κάπως απότομα, αλλά εξακολουθεί να έχει μια δυναμική, σαν γροθιά στο στομάχι.  Η σκηνή όμως που ξεχωρίζει στο δεύτερο μέρος είναι όταν μια μία από τις κόρες ανακαλύπτει κρυμμένες παλιές κασέτες στο σπίτι όπου μεγάλωσε ο Ιμάν. Από τις κασέτες αναδύεται η φωνή μιας γυναίκας που τραγουδάει, ένα στοιχείο από το παρελθόν που ρίχνει φως στις ρίζες της μισαλλοδοξίας και της καταπίεσης.

Η ταινία του Ρασούλοφ, γυρισμένη στα κρυφά και με κίνδυνο για τον ίδιο και το συνεργείο του, αποτελεί μια βαθιά πολιτική δήλωση. Ο ίδιος έχει καταδικαστεί σε οκτώ χρόνια φυλάκισης, μαστίγωμα και δήμευση της περιουσίας του από το ιρανικό καθεστώς, αλλά η φωνή του παραμένει δυνατή. Με αυτή την ταινία, καταφέρνει όχι μόνο να εκθέσει την καταπίεση, αλλά και να μεταδώσει την ελπίδα για αντίσταση. Ένα έργο συγκλονιστικό.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (19-12-2024)

Previous
Previous

Υπάρχω

Next
Next

Εδώ