Αρκάντια

★★½☆☆☆ (Arcadia, Ελλάδα, 2024, 99’)

  • Σκηνοθεσία: Γιώργου Ζώη

  • Ηθοποιοί: Βαγγέλης Μουρίκης, Αγγελική Παπούλια, Ελενα Τοπαλίδου, Νικόλας Παπαγιάννης, Βαγγέλης Ευαγγελινός

Εννιά χρόνια μετά την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, Interruption (2015, 109'), ο Γιώργος Ζωής επιστρέφει με ένα ατμοσφαιρικό υπαρξιακό θρίλερ, το οποίο έκανε πρεμιέρα στο 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου, με πρωταγωνιστές τον Βαγγέλη Μουρίκη και την Αγγελική Παπούλια.

Ένα θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα αναστατώνει τη χειμωνιάτικη ραστώνη του τουριστικού θέρετρου. Ο Γιάννης κι η Κατερίνα, καταφθάνουν σοκαρισμένοι για να αναγνωρίσουν το θύμα στο τοπικό νοσοκομείο. Μαζί αλλά και χωριστά, θα προσπαθήσουν να συνδέσουν κομμάτια του παζλ της ζωής που χάθηκε, ερχόμενοι αντιμέτωποι με μια σειρά από αναπάντεχες αποκαλύψεις. Και δεν είναι οι μόνοι. Στο απόκοσμο παραθαλάσσιο μπαρ της περιοχής, το Αρκάντια, η Κατερίνα θα συναντήσει μια αλλόκοτη συντροφιά από απροσδόκητους συνοδοιπόρους.

Με μεγάλο ατού της την εξαιρετική φωτογραφία του Κωνσταντίνου Κουκουλιού, που κινηματογραφεί το έρημο τοπίο με γκριζοπράσινους τόνους και χρησιμοποιεί το φυσικό φως προς όφελος του για να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα ανησυχίας που απορροφά τον θεατή, ο Γιώργος Ζώης δείχνει να έχει ωριμάσει σκηνοθετικά και καταφέρνει να κατασκευάσει μια ατμοσφαιρική ταινία, με υπέροχα κάδρα που όμως ενώ προσπαθεί να προσδώσει βάθος και νόημα σε όσα συμβαίνουν στην οθόνη αδυνατεί τελικά να τα συνδέσει σε μια αφηγηματική ροή.

Η ταινία του έχει πολλά στοιχεία ενός μεταφυσικού θρίλερ και ενσωματώνει πολύ καλά το ελληνικό φολκλόρ στην αφήγηση, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στο μυστήριο και την ανάγκη του σκηνοθέτη να ψυχογραφήσει τους χαρακτήρες του και να αναπτύξει τις θεματικές του που περιστρέφονται γύρω από την έννοιά της θλίψης, της απώλειας και της αποδοχής. Αυτή όμως η προσπάθεια δεν ευδοκιμεί κυρίως γιατί η ταινία δεν έχει αποφασίσει ξεκάθαρα ποιο δρόμο θέλει να ακολουθήσει: αυτό της ταινίας είδους με υπαρξιακές προεκτάσεις ή ένα υπαρξιακό δράμα γυρισμένο με ένα αργό λυρικό ρυθμό; Αυτή η αβεβαιότητα δεν αφήνει χώρο να αναπτυχθούν πλήρως τα θέματα και «παγιδεύεται» στην απλή αποτύπωση της κεντρικής ιδέας χωρίς να εξερευνά την ψυχοσύνθεση των πρωταγωνιστών της.

Κατά την διάρκεια της ταινίας ο Ζώης επιχειρεί να κρατήσει πολλά στοιχεία μυστικά, δεν θέλει να προδώσει την πλοκή του έργου , όμως αυτή η προσπάθεια συχνά αποδιοργανώνει τον ρυθμό της ταινίας και διάφορα στοιχεία προδίδουν πολύ γρήγορα το τι συμβαίνει, με αποτέλεσμα το μυστήριο να καθίσταται ανούσιο. Έτσι, χάνεται πολύτιμος χρόνος, ο οποίος θα μπορούσε να είχε αξιοποιηθεί για την ανάπτυξη όχι μόνο των κεντρικών χαρακτήρων, αλλά και για μια πιο εστιασμένη προσέγγιση των θεματικών, δημιουργώντας έναν πλούσιο μωσαϊκό χαρακτήρων που θα τις ανέδειχνε.

Πέρα από την αφηγηματική αδυναμία που παρουσιάζει, ο Ζώης, αν και σκηνοθετικά φαίνεται να έχει κάνει ένα βήμα παραπάνω σε σχέση με τα προηγούμενα έργα του, εμμένει στην προσπάθεια να εμφυσήσει στην ταινία στοιχεία από το Greek Weird Wave, τα οποία εδώ μοιάζουν παράταιρα. Η ιδέα του σεξ ως μέσο αναβίωσης της μνήμης, ενώ αρχικά φαίνεται πρωτότυπη, δεν ενσωματώνεται ομαλά στην ατμόσφαιρα της ταινίας και τελικά φαίνεται να περισσεύει, ενώ η τεχνική της αποστασιοποίησης δεν βοηθά στη σύνδεση του θεατή με τις κεντρικές θεματικές και τους χαρακτήρες.

Το «Αρκαντία» είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον έργο, το οποίο όμως δυσκολεύεται να ξεδιπλώσει αφηγηματικά τις προοπτικές που αναδύονται από τις ιδέες του.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (23-01-2025)

Previous
Previous

Όλα Όσα Φανταζόμαστε ως Φως

Next
Next

Queer