H Τζούλι μένει σιωπηλή

★★★☆☆ (Julie Keeps Quiet, Βέλγιο, Σουηδία, 2024, 100’)

  • Σκηνοθεσία: Λεονάρντο βαν Ντάιλ

  • Ηθοποιοί: Τέσα βαν ντεν Μπρουκ, Γκρέις Μπιό, Αλίσα Λορέτ, Ρουθ Μπεκάρτ

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Βέλγου σκηνοθέτη Λεονάρντο Βαν Ντελ, που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών στην Εβδομάδα Κριτικής (Semaine de la Critique), και παράγεται από την εταιρεία των αδερφών Νταρντέν (Les Films du Fleuve), αφηγείται την ιστορία της νεαρής Τζούλι, κορυφαίας αθλήτριας σε μια ακαδημία τένις. Η ζωή της είναι οργανωμένη γύρω από το άθλημα που αγαπά. Όταν ο προπονητής της κατηγορείται και τίθεται σε διαθεσιμότητα, όλοι οι συναθλητές της ενθαρρύνονται να μιλήσουν. Η Τζούλι, ωστόσο, επιλέγει να παραμείνει σιωπηλή.

Ο Βαν Ντελ κινηματογραφεί με ευαισθησία και νατουραλιστική προσέγγιση, επηρεασμένος από τους αδερφούς Νταρντέν, κρατώντας την κάμερα σε απόσταση και δημιουργώντας ένα σύνθετο πορτρέτο της πρωταγωνίστριάς του, εστιάζοντας το βλέμμα του θεατή πάνω της. Η καθημερινότητα της Τζούλι καταγράφεται με την κάμερα να εκμεταλλεύεται το φυσικό φως, χάρη στον ελληνικής καταγωγής διευθυντή φωτογραφίας Νικόλα Καρακατσάνη, που δημιουργεί εκπληκτικές φωτοσκιάσεις. Η ζωή της Τζούλι ανατρέπεται ξαφνικά μετά την αυτοκτονία μιας συναθλήτριας και την επικείμενη έρευνα του προπονητή της, δυο γεγονότα που φαίνεται να συνδέονται. Ο σκηνοθέτης αναδεικνύει την σιωπηλή σύγκρουση στον εσωτερικό κόσμο της Τζούλι, καθώς αυτή προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα ανάμεικτα συναισθήματά της και την πίεση από το περίγυρό της (γονείς, αστυνομία), που αναζητούν απαντήσεις.

Η σιωπή της Τζούλι της ανήκει, επιλέγει την σιωπή ως μέσο αυτοπροστασίας. αλλά η ταινία προσπαθεί να φωτίσει και την πλευρά της κοινωνικής πίεσης που συμβάλει σε αυτή την σιωπή. Αν μιλήσει θα είναι για τους φίλους της, τους γονείς της, την κοινωνία, η κοπέλα που μίλησε για ένα δυσάρεστο γεγονός, κινδυνεύοντας να κατηγορηθεί για την δική της συμπεριφορά ή ακόμα μπορεί και η καριέρα της στο τένις να επηρεαστεί. Αν παραμείνει σιωπηλή, θα έρθει αντιμέτωπη με τον εαυτό της και στο μέλλον θα αναρωτιέται αν η απόφασή της ήταν σωστή. Ο σκηνοθέτης αποτυπώνει εξαιρετικά αυτή την εσωτερική αμφιταλάντευση, με την υποκριτική δύναμη της Τέσα βαν ντεν Μπρουκ να ενισχύει την ένταση και την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα της Τζούλι.

Δημιουργώντας εσκεμμένα ένα κλίμα αμφιβολίας γύρω από τα γεγονότα. Ο σκηνοθέτης δείχνει να μην ενδιαφέρεται τόσο να εξερευνήσει τις συνέπειες των γεγονότων, που ποτέ δεν μαθαίνουμε αν ισχύουν ή όχι, ούτε ξεκαθαρίζει αν κάτι άσχημο έχει συμβεί ακόμα και στην ίδια την Τζούλι. Αντί να επικεντρωθεί στις συνέπειες των γεγονότων, προτιμά να αποτυπώσει ρεαλιστικά την καθημερινότητα ενός κοριτσιού που προσπαθεί να συνεχίσει τη ζωή της, ενώ η σκιά των γεγονότων την καταδιώκει.

Αυτή η σκηνοθετική και σεναριακή επιλογή λειτουργεί σε κάποιο βαθμό, όμως καθώς η ιστορία εξελίσσεται, αρχίζει να χάνει τη δυναμική της. Η συνεχής καταγραφή σκηνών χωρίς σαφή κατεύθυνση και η στασιμότητα της αφήγησης αποδυναμώνουν το κεντρικό θέμα, αποτρέποντας την ταινία από το να εμβαθύνει σε όλες τις πτυχές του. Ίσως η ταινία του Βαν Ντελ να είναι τελικά πιο σιωπηλή από ό,τι χρειάζεται.

Previous
Previous

Το Κορίτσι με την Βελόνα

Next
Next

Τελευταία Πνοή