Μικρό Θλιμμένο Κορίτσι

★★☆☆☆

(Little Girl Blue, Γαλλία, Βέλγιο, 2023, 95’)

  • Σκηνοθεσία: Μόνα Ασάς

  • Ηθοποιοί: Μαριόν Κοτιγιάρ, Μαρί Μπινέλ, Ντιντιέ Φλαμάν

Η Μόνα Ασάς σκηνοθετεί, με πρωταγωνίστρια την εκπληκτική Μαριόν Κοτιγιάρ, ένα υβριδικό ντοκιμαντέρ όπου «παντρεύει» το αρχειακό υλικό με την αναπαράσταση προσπαθώντας να παρουσιάσει την πολυτάραχη και κάποιες φορές αινιγματική ζωή της μητέρας της. Καρόλ Ασάς, η οποία υπήρξε διακεκριμένη συγγραφέας, φωτογράφος και αυτοκτόνησε το 2016.

Η ταινία «Little Girl Blue» είναι μια απόπειρα της Ασάς να επανασυνδεθεί με το παρελθόν της, να έρθει αντιμέτωπη με το τραύμα της και τελικά να κατανοήσει και η ίδια το ποια ήταν η μητέρα της. Χρησιμοποιώντας ένα πλούσιο αρχειακό υλικό, - χιλιάδες φωτογραφίες, ηχογραφήσεις, σημειώσεις -, που της άφησε η Καρόλ και επιλέγοντας την Κοτιγιάρ να ενσαρκώσει την ίδια της την μητέρα, η Ασάς δημιουργεί με τη βοήθεια της εξαιρετικής μοντέρ Βαλερί Λουαζελό ένα κολάζ αναμνήσεων και εικόνων αναμιγνύοντας το ντοκιμαντέρ με την μυθοπλασία σε μια προσπάθεια να εξερευνήσει τις δικές της αναμνήσεις αλλά και να προβεί σε μια εκ βαθέων ανάλυση της ζωής της Κάρολ.

Η Ασάς φαίνεται ότι θέλει να έρθει αντιμέτωπη με την μορφή της μητέρας της έστω και μέσω της αναπαράστασης και κατ’ επέκταση αντιμέτωπη με τα προσωπικά της τραύματα. Η διαδικασία της μεταμόρφωσης έχει ενδιαφέρον καθώς βλέπουμε την Κοτιγιάρ μέσα από διάφορες διαδικασίες να προσπαθεί να ενσαρκώσει όσο καλύτερα γίνεται τη μητέρα της σκηνοθέτριας, αυτή η διαδικασία πολύ έξυπνα υπογραμμίζει τη ρευστότητα της μνήμης. Η ηθοποιός αναπαριστά την Κάρολ αντλώντας έμπνευση από φωτογραφίες, ηχογραφήσεις αλλά και τις αφηγήσεις της Ασάς, διαμορφώνοντας  ένα πρόσωπο που μπορεί να είναι κοντά στη πραγματική Κάρολ αλλά μπορεί και να διαφέρει σε μεγάλο βαθμό καθώς αντλεί πληροφορίες και από εξωτερικές πηγές, η ανάμνηση «διαστρεβλώνει» την εικόνα.

Η ζωή της μητέρας της υπήρξε πολυτάραχη, γεμάτη τραυματικές εμπειρίες και συγκρούσεις. Το διαγενεακό τραύμα με το οποίο έχει επιφορτιστεί η Ασάς λειτουργεί καθοριστικά για την ίδια, που προσπαθεί να το διαχειριστεί μέσω της δημιουργίας. Η πολυεπίπεδη αφήγηση, σκιαγραφεί την οικογενειακή της ιστορία. Μέσα από την ταινία αναζητά την κάθαρση, ο κινηματογράφος εδώ λειτουργεί ως ένα θεραπευτικό μέσο. Συνδέοντας τη προσωπική της ζωή αλλά και τις ζωές των δυο γυναικών που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή της: της γιαγιά της Μονίκ και της μητέρα της, δημιουργεί ένα παζλ αναμνήσεων που τελικά δημιουργεί με τη σειρά του μια σχεδόν ολοκληρωμένη εικόνα της σκηνοθέτριας.

Παρόλο όμως που η Ασάς δημιουργεί πάνω σε μια ομολογουμένως έξυπνη ιδέα αδυνατεί να ισορροπήσει ανάμεσα στα δυο είδη που έχει επιλέξει να αναμείξει καθώς μερικές φορές οι μεταβιβάσεις από το αρχειακό υλικό, το ντοκιμαντερίστικο ύφος, στα μυθοπλαστικά στοιχεία της ταινίας είναι απότομες. Ενώ η αυτοαναφορικότητα και μια εμμονή στην ανάδειξη της διαδικασίας της μεταμόρφωσης της Κοτιγιάρ, βγάζουν στην επιφάνεια μια επιτήδευση και στρέφουν το βλέμμα του θεατή προς τα εκεί και όχι στην εξιστόρηση της ζωής της μητέρας της υποβαθμίζοντας την αφήγηση. Επίσης το σκηνικό στο οποίο κινείται η Ασάς και η Κοτιγιάρ (με χαρτιά να κρέμονται από το ταβάνι, φωτογραφίες στο πάτωμα κτλ.) αν και τεχνικά άρτιο και αισθητικά όμορφο, μοιάζει ότι βρίσκεται εκεί για τον εντυπωσιασμό και όχι ως σκηνικό που λειτουργεί ως μέρος της αφήγησης.

Το έργο της είναι φιλόδοξο και πειραματίζεται με τις φόρμες αλλά της λείπει η αφηγηματική συνοχή και το σκηνοθετικό βλέμμα δεν είναι πάντα ξεκάθαρο.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (21-11-2024)

Previous
Previous

Megalopolis

Next
Next

Μικρά Πράγματα σαν κι Αυτά