Μικρά Πράγματα σαν κι Αυτά

★★★☆☆

(Small Things Like These, Ιρλανδία, Η.Π.Α., 2024, 98’)

  • Σκηνοθεσία: Τιμ Μίλαντς

  • Ηθοποιοί: Κίλιαν Μέρφι, Eμιλι Γουάτσον, Αϊλίν Γουόλς, Μισέλ Φέρλεϊ, Πάτρικ Ράιαν, Πίτερ Κλάφεϊ

Ο Τιμ Μίλαντς μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομώνυμο μυθιστόρημα της Κλερ Κίγκαν, ένα βιβλίο που αντλεί έμπνευση από την αληθινή ιστορία των Magdalene Laundries: εκκλησιαστικά άσυλα στην Ιρλανδία όπου ανύπαντρες μητέρες, σεξεργάτριες και γυναίκες όπου η κοινωνία θεωρούσε ότι έχουν απομακρυνθεί από τον δρόμο του Θεού κατέληγαν έγκλειστες, αναγκασμένες να δουλεύουν για τα άσυλα κάτω από απάνθρωπες συνθήκες ενώ πολλές φορές τα παιδιά τους στέλνονταν χωρίς την συγκατάθεσή τους σε ανάδοχες οικογένειες.

Το θέμα με το οποίο καταπιάνεται η ταινία έχει αποδοθεί εξαιρετικά από τον Πίτερ Μούλαν στην ταινία του «Οι Κόρες της Ντροπής» (The Magdalene Sisters, 2002, 119’) αλλά και στην δραμεντί του Στίβεν Φρίαρς «Philomena» (2013, 98’). Στη προκειμένη περίπτωση ο Μίλαντς επιχειρεί μια διαφορετική προσέγγιση από τις δυο προηγούμενες ταινίες καθώς τοποθετεί σε δεύτερο πλάνο την ιστορία των ασύλων και δημιουργεί μια ταινία όπου μέσα από την μελέτη του κεντρικού χαρακτήρα αναδεικνύεται ο κοινωνικοπολιτικός προβληματισμός του δημιουργού.

Ο Μπίλυ, τον υποδύεται ο πάντα εξαιρετικός Κίλιαν Μέρφυ που είναι και ένας από τους παραγωγούς της ταινίας, ζει σε ένα χωριό της Ιρλανδίας, το 1985. Είναι ένας αφοσιωμένος πατέρας όπου παραδίδει κάρβουνο στα σπίτια αλλά και στο τοπικό μοναστήρι. Σε μια από τις παραδόσεις του, μπαίνει μέσα και ανακαλύπτει ότι πολλά κορίτσια ζουν σε άθλιες συνθήκες ενώ πολλά από αυτά έχουν υποστεί κακοποίηση. Αυτή η ανακάλυψη θα τον φέρει αντιμέτωπο με σκιές του παρελθόντος του αλλά και με τη κοινωνία του χωριού που σιωπά.

Ο σκηνοθέτης «χτίζει» έναν λιγομίλητο χαρακτήρα, που δεν εκφράζει σχεδόν ποτέ τα συναισθήματά του, αφήνοντάς τον πολλές φορές να είναι απλός ένας παρατηρητής των γεγονότων. Όμως μέσα του υπάρχει μια εσωτερική σύγκρουση, που εξωτερικεύεται όμορφα από τον Μέρφυ, καθώς προσπαθεί να βρει το κουράγιο ώστε να πάψει να είναι παρατηρητής και να αντιδράσει απέναντί στην αδικία που αντικρίζει. Το βάρος των γεγονότων δείχνει να τον λυγίζουν στην αρχή αλλά το παρελθόν, που ξεδιπλώνεται μέσα από flashback, ίσως το μεγαλύτερο μειονέκτημα της ταινίας καθώς τείνουν αρκετές φορές προς μια πιο μελοδραματική συνθήκη που δεν συνδέεται με το υπόλοιπο χαμηλόφωνο μέρος της ταινίας, έρχεται να του θυμίσει ότι κάποτε υπήρξε ένα παιδί μιας ανύπαντρης μητέρας, που από καθαρή τύχη δεν κατέληξε και εκείνη σε ένα από τα μοναστήρια-κολαστήρια. Τα παιδικά του τραύματα λειτουργούν τώρα ως εφαλτήριο για να πράξει το σωστό.

Ο Μίλαντς δημιουργεί μια κοινωνία, που την τοποθετεί κάτω από το μικροσκόπιο, προσπαθώντας να αναλύσει με αυτό τον τρόπο τη στάση που κράτησε εθνικά η χώρα απέναντι σε ένα τόσο σοβαρό θέμα, στα χέρια του το γενικό πλαίσιο γίνεται ειδικό ώστε να το αντιστρέψει ξανά μέσω του Μπιλ. Το χωριό αποτυπώνεται με αποχρώσεις του καφέ και του γκρίζου, εξαιρετική η δουλειά του διευθυντή φωτογραφίας Frank van den Eeden, η φτώχεια έχει πρωταρχικό ρόλο ενώ η εκκλησία ασκεί απόλυτη εξουσία υποχρεώνοντάς τους να σιωπούν, όλοι γνωρίζουν αλλά δεν μιλούν. Το δυστοπικό κλειστοφοβικό περιβάλλον συμπληρώνεται με την παρουσία της σκληρής ηγούμενης Μαίρης (Eμιλι Γουάτσον, κέρδισε την Αργυρή Άρκτος Β’ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Βερολίνου) όπου θα κάνει τα πάντα ώστε να κρατήσει το στόμα του Μπίλυ κλειστό, από δωροδοκία ως και να τον εκφοβίσει.

Η σιωπηλή, χαμηλόφωνη ταινία του Μίλαντς λειτουργεί, παρόλο που αποφεύγει συνεχώς την σύγκρουση. Επαναλαμβάνεται σε κάποια σημεία αλλά καταφέρνει να κρατήσει στέρεο τον αφηγηματικό της κορμό και παράλληλα διαμορφώνει ένα κεντρικό χαρακτήρα που όσο «πλάθεται» μέσα στη ταινία αποκτά ενδιαφέρον και τελικά θέτει το πάντα επίκαιρο ερώτημα: τι πρέπει να κάνουμε όταν γνωρίζουμε ότι μια αδικία συντελείται μπροστά στα μάτια μας; Να σιωπήσουμε ή να μιλήσουμε;

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (21-11-2024)

Previous
Previous

Μικρό Θλιμμένο Κορίτσι

Next
Next

Το Γόνατο της Αχεντ