★★☆☆☆ (Γαλλία, 2024, 98’)

  • Σκηνοθεσία: Σελίν Σαλέτ

  • Ηθοποιοί: Σαρλότ Λε Μπον, Τζον Ρόμπινσον, Νταμιέν Μπονάρ, Ζουντίθ Σεμλά

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Γαλλίδας ηθοποιού Σελίν Σαλέτ είναι μια βιογραφία της εμβληματικής καλλιτέχνιδας Νίκι ντε Σεν Φαλ, εικαστικού, ζωγράφου, γλύπτριας και σκηνοθέτιδας, με πρωταγωνίστρια την εξαιρετική Σαρλότ Λε Μπον (η οποία, επίσης, έκανε το 2023 το σκηνοθετικό ντεμπούτο της με την ταινία «Falcon Lake», 100΄).

Σκιαγραφώντας το πορτρέτο μιας γυναίκας που πάλεψε με το προσωπικό της τραύμα (κακοποιήθηκε σεξουαλικά στα έντεκα της από τον πατέρα της) αλλά και με την ίδια την πατριαρχία, η σκηνοθέτρια προσπαθεί να ανακατασκευάσει και να φέρει στην επιφάνεια την καλλιτεχνική διαδικασία, καθώς και το πώς τελικά η Σεν Φαλ κατάφερε να δημιουργήσει το προσωπικό της έργο. Αυτή την ανακατασκευή, η Σαλέτ προσπαθεί να τη συνδέσει με τα προσωπικά βιώματα της Γαλλίδας εικαστικού και επικεντρώνεται στην ταινία περισσότερο από όσο θα έπρεπε στα ψυχολογικά ζητήματα και τις αλεπάλληλες ψυχιατρικές νοσηλείες της ηρωίδας της.

Η καταγραφή αυτών των γεγονότων αποτυπώνει σίγουρα την πολύπλευρη προσωπικότητα της Σεν Φαλ και το πώς κατάφερε να «απελευθερωθεί» από τα τραύματά της, διοχετεύοντας την ενέργειά της στην καλλιτεχνική δημιουργία. Ωστόσο, η ταινία αθελά της υπονομεύει το έργο της δημιουργού, καθώς δεν το βλέπουμε ποτέ, πράγμα που δεν επιτρέπει στον θεατή να αντιληφθεί πλήρως τη δυναμική του και να καταλάβει γιατί η Σεν Φαλ θεωρείται μια τόσο σημαντική καλλιτέχνιδα.

Η ερμηνεία της Λε Μπον ξεχωρίζει και, παρά το αρκετά ασύνδετο σενάριο, η Νίκι που υποδύεται φαίνεται να είναι ο μόνος ολοκληρωμένος χαρακτήρας, ενώ οι δευτερεύοντες ρόλοι μένουν στο παρασκήνιο. Υπάρχουν πολλά flashback στην παιδική ηλικία της πρωταγωνίστριας, γυρισμένα με πειραματική διάθεση, τα οποία όμως δεν ενσωματώνονται σωστά στην αφήγηση. Κι απ΄την άλλη η ταινία αφήνει εκτός σημαντικά κομμάτια της ζωής της καλλιτέχνιδας. Η «Νίκι» τελικά είναι μια ταινία που, ενώ προσπαθεί να πειραματιστεί με τη φόρμα της συμβατικής βιογραφίας και να αναλύσει την επίπτωση του τραύματος πάνω στην Σεν Φαλ, παραβλέπει ένα σημαντικό κομμάτι: να αναδείξει το έργο της και να το συστήσει στο κοινό.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (03-04-2025)

Previous
Previous

Μαλβίδες

Next
Next

Θρίαμβος