Παρθενόπη
★★☆☆☆
(Parthenope, Ιταλία, 2024, 136’)
Σκηνοθεσία: Πάολο Σορεντίνο
Ηθοποιοί: Τσελέστε Νταλα Πόρτα, Ντάριο Αϊτα, Γκάρι Ολντμαν, Στεφανία Σαντρέλι
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Πάολο Σορεντίνο («Η Τέλεια Ομορφιά», 2013, 143’) σκηνοθετεί τη νέα του ταινία με φόντο την πολύβουη και ηλιόλουστη Νάπολη. Μετά από το ημι-αυτοβιογραφικό «Χέρι του Θεού» (2021, 130’), ο σκηνοθέτης επιστρέφει ξανά στη γενέτειρά του για να αφηγηθεί την ιστορία της Παρθενόπης, όπου την ακολουθεί από τη γέννησή της στη θάλασσα της Νάπολης το 1950 μέχρι και σήμερα. Μέσα από την εξιστόρηση της πολυτάραχης ζωής της ο Σορεντίνο «ξεδιπλώνει» ένα επικό ταξίδι μιας ολόκληρης κοινότητας. Στοχάζεται πάνω στο χρόνο και πως αυτός καθορίζει το πεπρωμένο μας.
Με το γνώριμο σκηνοθετικό στυλ, την εμμονή του στην λεπτομέρεια και την εστίαση στην ομορφιά ο Σορεντίνο σκηνοθετεί ένα δίωρο γεμάτο έντονες όμορφες εικόνες, με σταθερά κάδρα και ήρεμες κινήσεις της κάμερας προσδίδοντας μια αίσθηση ονείρου και μαγικού ρεαλισμού στη ταινία του. Έχοντας ως κεντρικό του θέμα την Παρθενόπη «χτίζει» γύρω από αυτή ένα σύγχρονο μύθο, μια παραβολή, συνδέοντας τη γυναίκα με την Ιστορία του τόπου όπου γεννήθηκε και ζει ενώ ταυτόχρονα, χωρίς μεγάλη επιτυχία, ψυχογραφεί τον εσωτερικό γυναικείο κόσμο της και την προσπάθεια της να ανακαλύψει τον εαυτό και την ταυτότητά της. Αυτός ο στοχασμός πάνω στη γυναίκα, τους ανθρώπους και τα μέρη που βλέπουμε δεν λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό, όπως λειτούργησε στο «Χέρι του Θεού» που μέσω των αναμνήσεων του ανακαλούσε και το παρελθόν της πόλης, κυρίως γιατί αφηγηματικά η νέα του ταινία είναι αδύναμη και αγγίζει επιδερμικά τα θέματά της δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην εικόνα και το στυλ παρά στο περιεχόμενό της.
Η ονειρική διάσταση που προσδίδει ο Σορεντίνο και η μη-ρεαλιστική του προσέγγισή έρχονται αρκετά συχνά σε αντιδιαστολή με την προσπάθεια του να εμφυσήσει στο έργο του μια κοινωνική πλευρά των όσων βλέπουμε. Η ταινία του μοιάζει περισσότερο με μια καρτ ποστάλ διάφορων εποχών παρά ως η αφορμή για να εξερευνήσει ή να μιλήσει για κάτι καθώς και αφηγηματικά όλα τα στοιχεία μοιάζουν προσχηματικά και υπάρχει μια επανάληψη των σκηνοθετικών μοτίβων που κουράζει ενώ κάποια μοιάζουν παρωχημένα.
*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (07-11-2024)