Μητέρα, Πατρίδα

★★★☆☆ (Matria, Ισπανία, 2023, 100’)

  • Σκηνοθεσία: Άλβαρο Γκάγκο Ντίας

  • Ηθοποιοί: Μαρία Βάσκεζ, Σοράγια Λουάκες

Το ντεμπούτο του Ισπανού σκηνοθέτη Άλβαρο Γκάγκο, το οποίο κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας για την πρωταγωνίστρια Μαρία Βάσκεζ στο Φεστιβάλ της Μάλαγας και το Βραβείο Επιτροπής στο Φεστιβάλ του Σιάτλ, κερδίζει τις εντυπώσεις με την ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής μιας εργαζόμενης μητέρας που ζει σε μια περιοχή της Ισπανίας, την Γαλικία, - η ταινία είναι γυρισμένη εξ’ ολοκλήρου στην τοπική διάλεκτο - , προσπαθώντας να θίξει θέματα όπως: η ανεργία, η φτώχεια, η εκμετάλλευση των εργαζομένων καθώς και την επίδραση των παραπάνω στην προσωπική ζωή της Ραμόνας και της οικογένειάς της.

Βασισμένος στην ιστορία που διαμόρφωσε στην μικρού μήκους ταινία του με τον ίδιο τίτλο, ο Γκάγκο αναπτύσσει την ιστορία του έχοντας στο επίκεντρο την Ραμόνα, μητέρα μιας δεκαεπτάχρονης, η οποία εργάζεται σε ένα εργοστάσιο επεξεργασίας ψαριών σε μια παραθαλάσσια πόλη και όταν οι αλλαγές στο εργοστάσιο την αναγκάζουν να αναζητήσει νέα δουλειά, αναλαμβάνει τη φροντίδα ενός ηλικιωμένου που πρόσφατα έχασε τη γυναίκα του.

Με βάση αυτή την απλή ιστορία ο σκηνοθέτης καταφέρνει να αναλύσει τον ψυχισμό της πρωταγωνίστριας, χωρίς να καταφεύγει στο μελόδραμα αλλά κινηματογραφώντας με έναν ρεαλισμό και μια ευαισθησία τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Η πρωταγωνίστρια δεν παρουσιάζεται σαν μια νικημένη γυναίκα αλλά αντίθετα ο σκηνοθέτης της προσδίδει μια ζωντάνια, μια θετική ενέργεια που την ωθεί να βρίσκει λύσεις στα προβλήματά της παρόλο την συνεχή πίεση που δέχεται. Με την κάμερα στο χέρι να ακολουθεί την Ραμόνα και με την χρήση του φυσικού φωτισμού και των τοπίων μια υποβαθμισμένης περιοχής ο Γκάγκο καταγράφει μια καθημερινότητα με φυσικούς διαλόγους και αναδεικνύει τις δυσκολίες της εργαζόμενης μητέρας, η οποία βλέπει τα δικαιώματά της να καταπατούνται αλλά και συνειδητοποιεί ότι στα σαράντα της τα όνειρά της για μια άλλη ζωή έχουν χαθεί. Οι επιπτώσεις της πίεσης που ζει η πρωταγωνίστρια είναι εμφανής, ο εγκλωβισμός της μέσα σε μια κοινωνία που την «συνθλίβει» αποτυπώνεται εξαιρετικά μέσα από τον φακό.

Ο σκηνοθέτης δίνει έναν τέτοιο ρυθμό στην ταινία του, που δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσες, ακολουθώντας τα γεγονότα που διαδέχονται το ένα μετά τον άλλο, προκαλώντας μια ένταση και ένα άγχος στον θεατή βλέποντας την Ραμόνα συνεχώς να παλεύει για την επιβίωσή της. Ένας ρυθμός όμως που δημιουργεί πρόβλημα καθώς ο Γκάγκο προσπαθεί να «χωρέσει» πολλές θεματικές και να τις σχολιάσει αλλά έχοντας επιλέξει αυτόν τον γρήγορο ρυθμό, καταφεύγει κάποιες φορές σε υπερβολές, συμπιέζοντας τα γεγονότα και δεν αφήνει πάντα τον απαιτούμενο χώρο για κοινωνικό σχολιασμό.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (18-01-2024)

Previous
Previous

Το Αλάνι

Next
Next

Ο Φίλος μου το Ρομπότ