Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα Αγνωστα Ελληνικά Χρόνια της Κάλλας

★★★☆☆ (Ελλάδα, 2023, 103’)

  • Σκηνοθεσία: Μιχάλη Ασθενίδη και Βασίλη Λούρα

Το ντοκιμαντέρ των Μιχάλη Ασθενίδη και Βασίλη Λούρα διερευνά, μέσω σπάνιου αρχειακού υλικού, ανέκδοτων ηχογραφήσεων, συνεντεύξεων και ηχητικών ντοκουμέντων, τα άγνωστα χρόνια της Μαρίας Κάλλας στην Ελλάδα, φωτίζοντας μια κρίσιμη περίοδο που διαμόρφωσε την εξέλιξή της και την μετέπειτα καριέρα της. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, οι προκλήσεις που αντιμετώπισε ως καλλιτέχνιδα και οι άδικες επιθέσεις που δέχτηκε, αποτελούν βασικούς άξονες μιας αφήγησης που αναδεικνύει τη δύσκολη, σχεδόν μυθιστορηματική ζωή της.

Η άφιξή της στην Αθήνα το 1937, η φοίτησή της στο Εθνικό Ωδείο, όπου πρωτοσυστήνεται ως Μαίρη στους συμμαθητές της, το πρώτο της συμβόλαιο με τη νεοσύστατη Λυρική Σκηνή το 1940, στο οποίο υπογράφει ως Μαριάννα, η εμφάνισή της ως Mary Callas το 1945, καθώς και τα μετέπειτα χρόνια μέχρι την επανεγκατάστασή της στην Ελλάδα το 1957, αποτελούν τα βασικά σημεία του ντοκιμαντέρ. Το ντοκιμαντέρ διαχειρίζεται με εξαιρετικό τρόπο το πλούσιο αρχειακό υλικό και ακολουθεί αφηγηματικά μια κλασική δομή, συνθέτοντας την αφήγηση από πλάνα αρχείου και πλούσιες συνεντεύξεις. Μέσα από αυτά τα στοιχεία, το ντοκιμαντέρ προσπαθεί να συνθέσει, όσο αυτό είναι δυνατόν, ένα ολοκληρωμένο πορτραίτο της Κάλλας, αναδεικνύοντας όχι μόνο το αδιαμφισβήτητο μουσικό της ταλέντο, αλλά και την ανθρώπινη πλευρά της.

Η διαχείριση του υλικού και η σωστή τοποθέτησή του, σε συνδυασμό με τις συνεντεύξεις (οι οποίες έχουν καδραριστεί υπέροχα), βοηθούν στην κατανόηση μιας πολυσχιδής προσωπικότητας. Το ντοκιμαντέρ καταφέρνει να αποτελέσει μια μελέτη πάνω στη ζωή της Κάλλας και τη σχέση της με την Ελλάδα. Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα μέρη του ντοκιμαντέρ είναι η παρουσίαση ενός αποκατεστημένου ηχητικού ντοκουμέντου (το οποίο επιμελήθηκε ο λυρικός καλλιτέχνης Άρης Χριστοφέλλης), στο οποίο η Κάλλας ηχογράφησε μια ολόκληρη μελέτη της άριας “Madre, pietosa Vergine” του Βέρντι, τα τελευταία χρόνια της ζωής της, όταν ζούσε απομονωμένη στο διαμέρισμά της, με την καθοδήγηση και τις συμβουλές της Βάσω Δεβετζή. Αυτό το ηχητικό απόσπασμα είναι βαθιά συγκινητικό και αποκαλύπτει πτυχές του εξαιρετικού ταλέντου της.

Όσο όμως καλά κι αν παρουσιάζεται το υλικό, σε ορισμένες στιγμές φαίνεται να προσπερνιέται χωρίς την απαραίτητη εξερεύνηση των όσων αναφέρονται. Λόγω του όγκου της πληροφορίας, υπάρχει η αίσθηση ότι το ντοκιμαντέρ κυλάει πιο γρήγορα από ό,τι χρειάζεται, με τα γεγονότα να παρουσιάζονται περιγραφικά και συνοπτικά. Το αποτέλεσμα είναι να σχηματίζεται ένα πορτραίτο μέσα από την παρουσίαση ορισμένων γεγονότων, χωρίς την απαραίτητη εμβάθυνση. Σε κάποια σημεία το ντοκιμαντέρ μοιάζει περισσότερο διεκπεραιωτικό, με τις συνεντεύξεις να επιχειρούν ανάλυση των γεγονότων, αλλά να μην ενσωματώνονται πάντα πλήρως στο σώμα της αφήγησης.

Το «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία» παραμένει, παρόλα αυτά, ένα πολύτιμο ντοκιμαντέρ για όσους αγαπούν τη μουσική, αλλά και για εκείνους που ενδιαφέρονται να γνωρίσουν μια άγνωστη πτυχή της ζωής της Κάλλας. Προσφέρει την ευκαιρία να αναλογιστούμε την πορεία μιας γυναίκας που πάλεψε για την αναγνώρισή της, ξεπερνώντας δυσκολίες και πέρα από το ταλέντο της, με τη σκληρή δουλειά της κατάφερε να αναδειχθεί σε μία από τις σημαντικότερες υψίφωνους παγκοσμίως. Μια ζωή που κινήθηκε διαρκώς στο μεταίχμιο μεταξύ θριάμβου και τραγωδίας, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα της στην ιστορία της μουσικής και του πολιτισμού.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (13-02-2025)

Previous
Previous

Κυνήγι

Next
Next

Είμαι Ακόμη Εδώ