Mickey 17
★★½☆☆☆ (Νότια Κορέα, Η.Π.Α., 2025, 137’)
Σκηνοθεσία: Μπονγκ Τζουν-χο
Ηθοποιοί: Ρόμπερτ Πάτινσον, Ναόμι Aκι, Στίβεν Γιουν, Τόνι Κολέτ, Μαρκ Ράφαλο
Ο βραβευμένος με Οσκαρ σκηνοθέτης Μπονγκ Τζουν-χο επιστρέφει έξι χρόνια μετά τα «Παράσιτα» (Parasite, 2019, 132’), με μια ταινία που βασίζεται στο βιβλίο επιστημονικής φαντασίας του Εντουαρντ Αστον «Μίκι 7» και έκανε πρεμιέρα στο 75ο Φεστιβάλ του Βερολίνου.
Ο Ρόμπερτ Πάτινσον, όχι και στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του, πρωταγωνιστεί ως Μίκι Μπαρνς, ένας εθελοντής που αναλαμβάνει επικίνδυνες αποστολές στον παγωμένο πλανήτη Νίφλχαϊμ, τον οποίο οι άνθρωποι προσπαθούν να εποικήσουν. Ως Αναλώσιμος, όταν πεθαίνει, αναγεννάται μέσω ενός βιο-εκτυπωτή, ο οποίος δημιουργεί ένα ακριβές αντίγραφό του, με τις αναμνήσεις του να «φορτώνονται» άθικτες. Οταν όμως επιστρέφει από μια αποστολή, ενώ θεωρείται πια νεκρός κι ανακαλύπτει ότι έχει δημιουργηθεί ο νέος κλώνος του, ο Μίκι 18 δηλαδή, έρχεται αντιμέτωπος με ηθικά διλήμματα γύρω από την κλωνοποίηση και την αθανασία.
Κρατώντας την κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος, ο Μπονγκ Τζουν-χο αποκλίνει από τη φιλοσοφική διάθεση του βιβλίου και ενσωματώνει στην αφήγηση στοιχεία από το δικό του σινεμά προσπαθώντας να δώσει μια διαφορετική διάσταση στην ιστορία. Δίνοντας μεγαλύτερο βάρος στην ανάπτυξη μιας σατιρικής ατμόσφαιρας, ο σκηνοθέτης δημιουργεί μια παρωδία ενός δυστοπικού μέλλοντος ή και παρόντος καθώς κατασκευάζει μια ταινία-παραβολή για τη σύγχρονη Αμερική του Ελον Μασκ και του Ντόναλντ Τραμπ, με τον πάντα υπέροχο Μαρκ Ράφαλο να ενσαρκώνει τον γερουσιαστή Κένεθ Μάρσαλ, μια μίξη των δύο παραπάνω.
Το έργο του προσπαθεί να ξεπεράσει κάποιες στιγμές αυτή τη διακωμώδηση (που σε ορισμένα σημεία αρχίζει να κουράζει) και εξερευνά θέματα όπως η καταστροφική φύση του ανθρώπου, ο αποικιοκρατισμός και η γενοκτονία των γηγενών πληθυσμών (οι άνθρωποι νιώθουν απειλή από τα «Creepers», πλάσματα που κατοικούν στον πλανήτη Νίφλχαϊμ). Ταυτόχρονα υπάρχει κι ένα ευφάνταστο ειρωνικό σχόλιο για το καπιταλιστικό σύστημα, που επιτέλους έχει επιτύχει την απόλυτη εκμετάλλευση των εργαζομένων κλωνοποιώντας τον Μίκι όταν πεθαίνει για να τον επαναχρησιμοποιήσει.
Ομως όλα τα παραπάνω θίγονται μέσω μιας επιφανειακής σάτιρας, η οποία αγγίζει περισσότερο τη φαρσοκωμωδία, χωρίς να εμβαθύνει στις φιλοσοφικές προεκτάσεις που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν από την πλοκή. Η κεντρική θεματική, η ύπαρξη δύο ίδιων ανθρώπων και το αν αυτοί οι δύο είναι ξεχωριστά άτομα ή απλώς ο ίδιος άνθρωπος σε δύο όμοια σώματα, ανοίγει πολλές φιλοσοφικές εξερευνήσεις. Ωστόσο, το σενάριο παραμένει ελαφρύ και κωμικό, δίνοντας βάρος στην απλοϊκή αλληλεπίδραση των χαρακτήρων και τη δράση, χωρίς να τολμά κάτι παραπάνω.
Στην τρίτη πράξη, η ταινία επικεντρώνεται τόσο πολύ στη δράση και στον οπτικό εντυπωσιασμό, ώστε να μετατρέπεται σε επιφανειακή χολιγουντιανή παράσταση γεμάτη υπερβολές. Ούτως ή άλλως έχει κατασκευαστεί έτσι ώστε να είναι ευκολοχώνευτη στο ευρύ κοινό, με τα μηνύματα να φτάνουν στον θεατή όσο το δυνατόν πιο εύκολα. Παρ’ όλο που αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, σίγουρα δεν είναι το σινεμά του Μπονγκ Τζουν-χο που ξέρουμε και το συγκεκριμένο έργο δεν φέρει την αναγνωρίσιμη ώς εδώ σφραγίδα του.
*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (06-03-2025)