The Substance

★★½☆☆☆ (The Substance, Μ. Βρετανία, Γαλλία, 2024, 141’)

  • Σκηνοθεσία: Κοραλί Φαρζά

  • Ηθοποιοί: Ντέμι Μουρ, Μάργκαρετ Κουόλι, Ντένις Κουέιντ

H Κοραλί Φαρζά αντλεί έμπνευση από το σινεμά του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και σκηνοθετεί μια ταινία body horror που σατιρίζει και καυτηριάζει τα κακώς κείμενα της βιομηχανίας του θεάματος ασκώντας κριτική για το πως αντιλαμβάνεται την γυναικεία ομορφιά η πατριαρχική κοινωνία. Η Ελίζαμπεθ, άλλοτε διάσημη αλλά πλέον ξεπεσμένη σταρ του Χόλιγουντ, απολύεται από την επιτυχημένη τηλεοπτική εκπομπή αεροβικής που παρουσιάζει, λόγω προχωρημένης ηλικίας. Έπειτα από ένα ατύχημα με το αυτοκίνητό της, μαθαίνει για μια ουσία, που κυκλοφορεί στη μαύρη αγορά, που υπόσχεται την δημιουργία ενός άλλου καινούργιου εαυτού, πιο νέου, πιο όμορφου. Αποφασίζει να χρησιμοποιήσει την ουσία, μένει μόνο να ακολουθήσει ένα κανόνα: πρέπει να μοιράζεστε τον χρόνο. Μία εβδομάδα για εκείνη, μία εβδομάδα για τον νέο της εαυτό. Επτά μέρες η καθεμία. Μία τέλεια ισορροπία. Θα σεβαστεί η Ελίζαμπεθ όμως αυτή την ισορροπία ή όλα θα πάνε στραβά;

Η Φαρζά «χτίζει» από το πρώτο λεπτό της ταινίας της ένα παρανοϊκό κόσμο, βουτηγμένο στην υπερβολή. Με υπέροχα κοντινά πλάνα, που εστιάζουν στην λεπτομέρεια και την χρήση υπερ-ευρυγώνιων φακών, η σκηνοθέτης εκμεταλλεύεται στο έπακρο την εξαιρετική ομάδα που την περιβάλει από τον διευθυντή φωτογραφίας Μπένντζαμιν Κράκουν ως την εξαιρετική ομάδα των ειδικών εφέ (Πιερ Ολιβιέ Περσέν, Bryan Jones, Pierre Procoudine-Gorsky και Jean Miel παραδίδοντας μια ταινία που κάτω από την επίτηδες καλογυαλισμένη της επιφάνεια αναλύει το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα που ηλικιώνεται σε ένα πατριαρχικό κόσμο και πόσο δύσκολο είναι να διαχειριστεί μια γυναίκα την αλλαγή στάσης της κοινωνίας απέναντί της, που την θεωρεί «ξεπερασμένη» και την αποξενώνει κοινωνικά.

Η Φαρζά όμως καταπιάνεται και με άλλες θεματικές όπως είναι η ματαιοδοξία, η αναπόφευκτη φθορά του χρόνου και το πως επηρεαζόμαστε από αυτή. Η αφήγησή της «κρύβει» μέσα της πολλές αλληγορίες για το σύγχρονο κόσμο, τονίζοντας τα πάντα με μια υπερβολή που άλλοτε ενσωματώνεται εξαιρετικά στο κορμό της αφήγησης και άλλες φορές νιώθεις ότι αποδυναμώνει τις θεματικές της. Σεναριακά πολλές φορές επιλέγει εύκολες λύσεις, με αρκετά σημεία να μοιάζουν κατασκευασμένα για να δικαιολογηθεί η πλοκή.

Αρχίζει να χάνει σταδιακά το στόχο της από το πρώτο μέρος και έπειτα μένοντας προσκολλημένη περισσότερο στην παρουσίαση των γεγονότων παρά στην ανάπτυξη των χαρακτήρων της, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην αισθητική. Όταν εμφανίζεται στην οθόνη μας η Σου, - εκπληκτική στο ρόλο της η Μάργκαρετ Κουόλι -, με το νεανικό της σώμα, την αστείρευτη ενέργειά της περιμένουμε πολλά περισσότερα, η σχέση μεταξύ Ελίζαμπεθ και Σου δεν αναπτύσσεται επαρκώς, κλείνοντας απλώς με ένα γκροτέσκο φινάλε, που ομολογουμένως θα το ζήλευε ο Κρόνενμπεργκ, το οποίο όμως μοιάζει πλήρως αποκομμένο από την ουσία της ταινίας.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (31-10-2024)

Previous
Previous

Black Dog

Next
Next

Πέρασμα