Θολός Bυθός
★★☆☆☆ (Ελλάδα, 2024, 90’)
Σκηνοθεσία: Ελένη Αλεξανδράκη
Ηθοποιοί: Φίλιππος Μηλίκας, Μάριος-Κωνσταντίνος Γαλετζάς, Κωνσταντίνος Αθανασάκης
Η Ελένη Αλεξανδράκη σκηνοθετεί την τέταρτη μυθοπλαστική της ταινία, δεκαέξι χρόνια μετά το «Ο Αρσιβαρίστας και ο Αγγελος» (2008), βασισμένη στα δυο αυτοβιογραφικά βιβλία του Γιάννη Ατζακά «Τα Διπλωμένα Φτερά» και το «Θολός Βυθός», και με συν-σεναριογράφο τον Παναγιώτη Ευαγγελίδη («Στρέλλα», 2009, σκην. Πάνος Κούτρας), αφηγείται την πραγματική ιστορία του συγγραφέα.
Ο Γιάννης, γιος αντάρτη, ξεριζώνεται από τη θαλπωρή του σπιτιού του στο χωριό, γιατί η γιαγιά του πείθεται να τον παραδώσει στις Παιδουπόλεις της βασίλισσας Φρειδερίκης (σ.σ. ιδρύθηκαν το 1947), με την ελπίδα ότι το εγγόνι της θα μάθει γράμματα. Σε αυτά τα ιδρύματα, όπου χειραγωγούνται οι ιδέες και οι επιθυμίες, το παιδί περνάει έξι από τα πιο τρυφερά χρόνια της ζωής του. Εφιάλτες και σκοτεινά αισθήματα για τον πατέρα του στοιχειώνουν την καρδιά του...
Η Αλεξανδράκη, με τη μινιμαλιστική της προσέγγιση, επιχειρεί να περιδιαβεί σχεδόν τρεις δεκαετίες σύγχρονης ελληνικής ιστορίας μέσα από τη ζωή του Γιάννη. Από τις Παιδουπόλεις μέχρι την πτώση της χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, η σκηνοθέτις δημιουργεί μια αφήγηση που παρουσιάζει αποσπασματικά διάφορες στιγμές του πρωταγωνιστή της, εμβάλλοντας στο σενάριό της μικρές σκηνές που αναδεικνύουν τον παραλογισμό, το μίσος και τον διχασμό μιας χώρας που, από τον τερματισμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, βρισκόταν συνεχώς σε αναβρασμό.
Παρόλο που διαθέτει την ικανότητα να δίνει πνοή σε κάθε σκηνή και να διαχειρίζεται σωστά την έλλειψη χρημάτων, καταφέρνοντας να αποτυπώσει αρκετά πειστικά κάθε εποχή και να μεταβαίνει επιδέξια από τη μία στην άλλη, η Αλεξανδράκη αδυνατεί να δημιουργήσει μια αφήγηση που εστιάζει στην ψυχοσύνθεση του πρωταγωνιστή, μοιράζοντας τον κινηματογραφικό χρόνο ανάμεσα στην παιδική ηλικία, την εφηβεία και την ενηλικίωση, σχεδόν ισότιμα. Αυτή η μοιρασιά αφαιρεί από την ταινία τη δυναμική της, καθώς οι σκηνές περνούν μπροστά μας ως γεγονότα, με μια ντοκιμαντερίστικη προσέγγιση που, αν και αναδεικνύει τον φανατισμό, τον διχασμό και τις κακουχίες εκείνων των εποχών, στερείται δραματουργίας. Η ταινία δεν εστιάζει σε μια συγκεκριμένη εποχή, δεν αφιερώνει περισσότερο χρόνο σε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός και δεν αναπτύσσει ολοκληρωμένα έναν χαρακτήρα που διασχίζει τρεις δεκαετίες. Τα σημάδια δεν εξωτερικεύονται μέσα από τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών, αφήνοντας ανεκμετάλλευτη ειδικά την περίοδο της ενηλικίωσης, όπου θα μπορούσε να δοθεί περισσότερος κινηματογραφικός χρόνος, προκειμένου να εξερευνηθούν καλύτερα τα τραύματα του ήρωα.
Ο «Θολός Βυθός» μοιάζει περισσότερο με ένα έργο που έχει ως πρώτο μέλημα να αναδείξει την Ιστορία και τη συλλογική δυστυχία ενός έθνους μέσα από την παρουσίαση διάσπαρτων αναμνήσεων, παρά να εστιάσει στον πρωταγωνιστή του και, μέσα από την προσωπική του ιστορία, να μετατρέψει το ατομικό σε συλλογικό.
*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (20-02-2025)